🇬🇷 el en 🇬🇧

τη βγάζω καθαρή

  • γλυτώνω την τιμωρία, δεν με συλλαμβάνουν, δεν με πιάνουν στα πράσα, δεν με τιμωρούν
scot-free
Wiktionary Links